Ομιλία Ολυμπίας Τελιγιορίδου στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου, κατά την ενημέρωση από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Γεώργιο Γεωργαντά, σύμφωνα με το άρθρο 36§5 του Κ.τ.Β., με θέμα: «Πώς μπορεί ο αγροδιατροφικός τομέας να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις του αύριο, σήμερα;».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
Ολυμπία Τελιγιορίδου: «Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε, κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Είναι πολύ θετική η παρουσίαση μελετών και ερευνών στην επιτροπή μας, προκαλεί όμως ερωτήματα το γεγονός ότι έχουμε σήμερα τη μελέτη από την Ernst Young, η οποία είναι αυτοχρηματοδοτούμενη, έχουμε τη μελέτη από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο, η οποία γίνεται σε εθελοντική βάση, αλλά δεν έχουμε τη μελέτη που έχει αναθέσει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στην Παγκόσμια Τράπεζα, η οποία όπως ειπώθηκε και από τον κ. Αραχωβίτη, βγαίνει στον δημόσιο διάλογο αλλά δεν έρχεται στην καθ ’ύλην αρμόδια επιτροπή, παρά το γεγονός ότι ο Ελληνικός λαός έχει πληρώσει για αυτήν την μελέτη 1 εκατομμύριο ευρώ. Και από ότι φαίνεται από την παρουσίασή της στον δημόσιο χώρο, έχει αρκετά προβληματικά σημεία, τα οποία καλό θα ήτανε ο Υπουργός και το Υπουργείο γενικότερα, να τα φέρει στην επιτροπή για να τα συζητήσουμε.
Επικεντρωμένοι, τώρα, σε αυτήν την μελέτη που παρουσιάστηκε από την προηγούμενη επιτροπή μας, της Ernst Young, πράγματι αναδεικνύονται τα προβλήματα της πρωτογενούς παραγωγής, λίγο ή πολύ γνωστά σε όλους, και αναδεικνύονται και κάποιοι παράμετροι ανάπτυξης της πρωτογενούς παραγωγής, οι οποίοι είναι σημαντικοί, καθώς ιδιαίτερα στην εποχή μας, όπου έχουμε μια πολύπλευρη κρίση και πολλαπλές προκλήσεις, αναδεικνύεται η αξία της αναβάθμισης και του εκσυγχρονισμού του πρωτογενούς τομέα, η αξία της προσπάθειας για την επισιτιστική ασφάλεια και επάρκεια στη χώρα μας, η ανάγκη ενίσχυσης των Ελλήνων παραγωγών, των τοπικών παραγωγικών συστημάτων, των βραχέων αλυσίδων αξίας, αλλά και της τοπικής και περιφερειακής κατανάλωσης των προϊόντων αυτών των συστημάτων.
Ιδιαίτερα σήμερα που έχουμε και τη συζήτηση για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική, η συζήτηση για την χώρα μας θα πρέπει να γίνει με ιδιαίτερη σοβαρότητα και εμβάθυνση, καθώς από ότι φαίνεται δυστυχώς το στρατηγικό σχέδιο που παρουσίασε η κυβέρνηση, επέστρεψε με 260 παρατηρήσεις και με 29 επιπλέον κομβικές παρατηρήσεις, όσον αφορά και την τεκμηρίωση των προτάσεών του αλλά και την αποτελεσματικότητα τους στο μέλλον.
Η χώρα μας πρέπει να στοχεύει, μέσα σε αυτό το πολύπλοκο περιβάλλον, στην παραγωγή προϊόντων ποιότητας και ταυτότητας, προϊόντων διατροφικής αξίας, γεωγραφικών ενδείξεων, βιολογικής γεωργίας, ασφάλειας και πιστοποίησης. Για να γίνει αυτό, απαιτείται η κατάργηση των στρεβλώσεων του παρελθόντος, η κατάργηση των ήδη υφιστάμενων ανισοτήτων, ιδιαίτερα εις βάρος των νέων γεωργών, η ενίσχυση των μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων, που ενώ η μελέτη, και εδώ είναι ένα σημείο αμφισβήτησης αυτού του στοιχείου, ενώ η μελέτη καταδεικνύει ότι αυτό είναι το μειονέκτημα της ελληνικής αγροτικής παραγωγής, εκτιμούμε σαν ΣΥΡΙΖΑ ότι μπορεί να γίνει το πλεονέκτημα, καθώς με αυτήν την υφιστάμενη κατάσταση μπορούμε να έχουμε μία παραγωγή μεγάλης ποικιλίας ανταγωνιστικών αγροτικών προϊόντων.
Παράλληλα, βέβαια, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα που υπάρχουν, απαιτείται η τόνωση της συλλογικής οργάνωσης των παραγωγών μας. Δεν το είδαμε αυτό τα τελευταία σχεδόν τρία χρόνια με την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, καθώς ακόμη και ο νόμος για τους συνεταιρισμούς δεν εφαρμόζει τις επτά διεθνώς αναγνωρισμένες συνεταιριστικές αρχές και επιδιώκει από το παράθυρο να εισάγει σε αυτό το σύστημα τους ιδιώτες.
Απαιτείται η ηλικιακή ανανέωση των αγροτών, απαιτείται η ενίσχυση συγκεκριμένων παραγωγικών κλάδων, όπως ενδεικτικά θα αναφέρω την κτηνοτροφία, η οποία αντιμετωπίζει πάρα πολλά προβλήματα και ήδη ως συνέπεια και επακόλουθο έχουμε την μεγάλη μείωση στην παραγωγή του γάλακτος, γεγονός που σημαίνει ότι μπορεί να κινδυνεύσουν και τα ΠΟΠ και ΠΓΕ προϊόντα μας, ιδιαίτερα η φέτα και η γραβιέρα. Χρειάζεται η στήριξη της γεωργικής δραστηριότητας σε ορεινές, μειονεκτικές και νησιωτικές περιοχές, η επένδυση στην αγροτική εκπαίδευση, τη μεταφορά της γνώσης και την προώθηση της καινοτομίας στην γεωργική πρακτική και η ενδυνάμωση του Επενδυτικού Πυλώνα ΙΙ της νέας ΚΑΠ για τον πράσινο και ψηφιακό εκσυγχρονισμό του πρωτογενή τομέα.
Εδώ, λοιπόν, στην συζήτηση για την Κοινή Αγροτική Πολιτική θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση σε συγκεκριμένα σημεία, όπως είναι η αναδιανεμητική ενίσχυση, όπως είναι η διεύρυνση των συνδεδεμένων ενισχύσεων σε καλλιέργειες που μπορεί να συμβάλουν σε αυτή την κρίση στην επισιτιστική ασφάλεια της χώρας, όπως για παράδειγμα το μαλακό σιτάρι, ο αραβόσιτος, ή τα όσπρια για ανθρώπινη κατανάλωση. Επίσης, είναι χρήσιμη η κατάργηση του μέτρου της αγρανάπαυσης, χωρίς απώλεια επιδότησης, ώστε να μειωθεί το κόστος παραγωγής και να παραχθεί φθηνό προϊόν για τον καταναλωτή αλλά και τον κτηνοτρόφο, όπως αποφάσισε πρόσφατα και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Χρειάζεται, λοιπόν, η στήριξη και η παραγωγή κτηνοτροφικών φυτών για παραγωγή ζωοτροφών, ιδιαίτερα στην εποχή μας που αυτή η έκρηξη της ακρίβειας υπάρχει κυρίως στο τεράστιο κόστος των ζωοτροφών, των αγροεφοδίων, των λιπασμάτων, της ενέργειας. Θα πω, χωρίς διάθεση αντιπολιτευτική, αλλά επειδή πραγματικά οι αγρότες μας βιώνουν όλη αυτή τη κρίση σε πολύ μεγάλο βαθμό, ότι η κυβέρνηση δεν κατανοεί απολύτως το πρόβλημα και τα μέτρα που παίρνει είναι πενιχρά, ελλιπή και ανεπαρκή.
Θα πρέπει, λοιπόν, να υπάρξει μία ουσιαστική επιδότηση για την αγορά των ζωοτροφών και των μελισσοτροφών, η οποία να καλύπτει την πραγματική διαφορά του κόστους από το προηγούμενο έτος. Θα πρέπει να υπάρχει ένα χτύπημα της αισχροκέρδειας, χτύπημα των ελληνοποιήσεων, καθώς το τελευταίο διάστημα έχουμε δει μία αποδιοργάνωση των ελεγκτικών μηχανισμών. Και εκείνο που θέλω να πω είναι ότι αυτή η κρίση μπορεί να δημιουργεί προβλήματα, δημιουργεί όμως και μεγάλες ευκαιρίες, ιδιαίτερα με την εφαρμογή της πολιτικής από το αγρόκτημα στο πιάτο, με την εφαρμογή της πολιτικής για την πράσινη ανάπτυξη, την βιοποικιλότητα του 2030 και τις επιμέρους πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Σήμερα, λοιπόν, είναι αναγκαίο όσο ποτέ να συντονιστούμε για να αντιμετωπίσουμε και τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγρότες μας, αλλά και να χαράξουμε την πολιτική μας για το μέλλον, η οποία θα βασίζεται σε στοιχεία τέτοια που πραγματικά να δίνουν μία διαφορετική δυναμική για την επανεκκίνηση της πρωτογενούς παραγωγής, την επανεκκίνηση της αγροτικής οικονομίας, άρα και της εθνικής οικονομίας.
Εκείνο που πρέπει άμεσα να γίνει είναι να επανέλθει ένα σαφές χρονοδιάγραμμα πληρωμής των επιδοτήσεων, καθώς το τελευταίο διάστημα έχουμε μια πλήρη απορρύθμιση με παλινωδίες από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, που υπεύθυνη γι’ αυτό είναι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Χρειάζεται ένα σχέδιο παρεμβάσεων για τη δημογραφική ανανέωση του αγροτικού πληθυσμού, με πολιτική γης, με την αξιοποίηση της σχολάζουσας δημόσιας αγροτικής γης, με την ενεργοποίηση των ανενεργών αγροτικών υποδομών των Συνεταιρισμών και επίσης μία πολιτική διαδοχής και πολιτική επενδυτικών κινήτρων.
Ταυτόχρονα, η χώρα οφείλει να επενδύσει σε δημόσιες αγροτικές υποδομές. Κατά τη γνώμη μας αυτές – φράγματα, αντιπλημμυρικά, αρδευτικά – θα πρέπει να έχουνε δημόσιο χαρακτήρα και να μη γίνουνε μέσω ΣΔΙΤ, όπως προβλέπεται από το ταμείο ανάκαμψης. Θα πρέπει να υπάρξει άμεσα ουσιαστική αντιμετώπιση στην μεγάλη έκρηξη της ακρίβειας στην ενέργεια, καθώς η ρήτρα αναπροσαρμογής, ενώ στα λόγια μειώθηκε στο αγροτικό τιμολόγιο της ενέργειας κατά 80%, στην πράξη αυτό είναι 44%. Θα πρέπει να αξιοποιηθούν όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία για τη ρευστότητα των αγροτικών επιχειρήσεων, να γίνει ουσιαστική αξιοποίηση του ταμείου εγγυήσεων αγροτικής ανάπτυξης, ώστε να μπορέσουμε να ενισχύσουμε και την αγροτική παραγωγή και την μεταποίηση.
Ένα ζήτημα που θα βρούμε μπροστά μας, το οποίο έχει ήδη πολύ μεγάλα προβλήματα, είναι τα δάνεια που είναι ενυπόθηκα από την PQH, η οποία από ότι φαίνεται τα περνάει σε σένα funds. Εδώ, λοιπόν, έχει ένα ενδιαφέρον να το τονίσουμε και σε αυτή τη συζήτηση, καθώς στη συγκεκριμένη μελέτη της Ernst Young συμμετέχει και η Τράπεζα Πειραιώς, η οποία θα πρέπει να φροντίσει ιδιαίτερα για αυτά τα δάνεια από την παλιά, κακή Αγροτική.
Θα πρέπει να υπάρξει άμεση επιδότηση για την αγορά των λιπασμάτων.
Να υπάρξει στήριξη στις οργανώσεις των παραγωγών και στα συνεταιριστικά σχήματα, στα σχήματα της αλληλέγγυας οικονομίας, στις αγορές των παραγωγών.
Η αξιοποίηση της τεχνολογίας για την εφαρμογή της στην ψηφιακή Γεωργία και τη Γεωργία Ακριβείας.
Η σύνδεση συνολικά της παραγωγής μας με τη διατροφική αλυσίδα, με αλυσίδες παραγωγής, με την μεταποίηση, την τυποποίηση, τη διανομή στους καταναλωτές, τα agrologistics. Η αύξηση και προώθηση των εξαγωγών.
Η ενεργητική προστασία των καλλιεργειών μας. Τα λέω επιγραμματικά λόγω χρόνου και γι’ αυτό ουσιαστικά χρησιμοποιώ επικεφαλίδες. Η ενεργητική προστασία των καλλιεργειών μας από την κλιματική αλλαγή και η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών όπου απαιτείται.
Η ενίσχυση κλαδικών προγραμμάτων με ισχυρή αντιπροσώπευση σε ΠΟΠ και ΠΓΕ προϊόντα.
Υπάρχουν και άλλα πολλά ζητήματα, τα οποία δεν επιτρέπει ο χρόνος να αναλυθούν, σε εκείνο όμως που πιστεύω ότι θα πρέπει η χώρα μας να στοχεύσει είναι αυτό που είπα και στην αρχή, ότι η χώρα μας έχει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση και με τη μεσογειακή διατροφή και εδώ να δούμε λίγο πώς θα αντιμετωπίσουμε το καινούργιο σύστημα, το Nutriscore, το οποίο παρουσιάζει τα δικά μας προϊόντα κατώτερα ακόμη και από την coca-cola, γεγονός που δεν υπάρχει και θα πρέπει εδώ συντονισμένα και με όλους τους αρμόδιους φορείς να κινηθούμε σε αυτήν την κατεύθυνση.
Στοίχημα, λοιπόν, για την Ελλάδα η ανάδειξη της ποιότητας, της ταυτότητας και της αυθεντικότητας των ελληνικών προϊόντων που είναι το μεγάλο μας πλεονέκτημα. Αυτό, λοιπόν, νομίζω ότι θα βοηθήσει και τις αγροτικές εκμεταλλεύσεις και την αξιοπρεπή διαβίωση των αγροτών μας και τη δυνατότητα των καταναλωτών μας να μπορούν να προμηθεύονται αυτά τα προϊόντα. Εδώ βέβαια μπαίνει κι ένα συνολικότερο ζήτημα της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης που δεν είναι της παρούσης.
Νομίζω ότι η πρωτογενής μας παραγωγή έχει όλες τις δυνατότητες να είναι βιώσιμη, ανταγωνιστική και να γίνει μία δύναμη ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, αρκεί να υπάρχει και η αντίστοιχη πολιτική βούληση, που δυστυχώς από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας την κρίνουμε επιεικώς ανεπαρκή. Αυτά κύριε Πρόεδρε, σας ευχαριστώ».
Ο σύνδεσμος με το σχετικό βίντεο της ομιλίας:
Γραφείο Τύπου