Χρειάστηκαν δύο Δελτία Τύπου για να καμαρώσει η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων την ικανοποίηση των βασικών υποχρεώσεων της χώρας και πολλοί μήνες προκειμένου να καλυφθούν οι 300 περίπου παρατηρήσεις, από τον Μάρτιο του 2022, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ώστε να προχωρήσει η έγκριση του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου της Ελλάδας για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) 2023-2027. Η τυπική αυτή έγκριση στις 21 Νοεμβρίου, μόλις 1,5 μήνα πριν την έναρξη εφαρμογής της νέας ΚΑΠ στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να αποκρύψει το γεγονός ότι το Σχέδιο αυτό δεν συνιστά ένα ολιστικό, συνεκτικό και ταυτόχρονα οραματικό στρατηγικό σχέδιο, που θα συνδέει αποδοτικά και αποτελεσματικά πολιτικές και χρηματοδοτήσεις και μάλιστα σε μία δύσκολη οικονομική συγκυρία για τους αγρότες της χώρας μας.
Ανάμεσα στους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης δεν υπήρξε ούτε λέξη για την αποτύπωση των πραγματικών προβλημάτων που ανακύπτουν από την ανυπαρξία της απαραίτητης διοικητικής προετοιμασίας και την μη ενημέρωση των αγροτών για τις βασικές παραμέτρους και προϋποθέσεις κατανομής των δικαιωμάτων και λήψης ακόμα και της βασικής ενίσχυσης παρά την έναρξη της νέας καλλιεργητικής περιόδου.
Είναι, επίσης, πρόδηλο πως πρόκειται για ένα Στρατηγικό Σχέδιο που δεν προέκυψε μέσα από μία ολοκληρωμένη και συμμετοχική διαδικασία πραγματικής διαβούλευσης με όλους τους θεσμικούς φορείς και δεν διασφαλίζει την επιτυχή μετάβαση της ελληνικής γεωργίας από το μοντέλο μαζικής παραγωγής ομοειδών προϊόντων, που χαρακτηρίζεται από χαμηλές τιμές και ισχυρό διεθνή ανταγωνισμό, στο μοντέλο της διαφοροποιημένης παραγωγής προϊόντων ποιότητας και ταυτότητας, διατροφικής αξίας, γεωγραφικών ενδείξεων, βιολογικής γεωργίας, ασφάλειας και πιστοποίησης, που αποτελούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας και που οφείλει να επενδύσει σε αυτά.
Η απουσία ολοκληρωμένου σχεδιασμού πηγάζει από την ανεπάρκεια της κυβέρνησης, που ήδη γνωρίζει ο αγροτικός κόσμος, που επί των ημερών της είδε 22.000 χιλιάδες αγρότες που έχασαν σε μια νύχτα μέρος ή το σύνολο των δικαιωμάτων τους, 450.000 ενστάσεις επί του πιο περίπλοκου συστήματος κατανομής δικαιωμάτων που επέλεξε και τις τεράστιες υποαπορροφήσεις στις συνδεδεμένες ενισχύσεις και πολλά ακόμα.
Το ΕΣΣ αναφέρεται σε προσέλκυση 65.000 νέων αγροτών και σε δημιουργία 70.000 νέων θέσεων εργασίας, χωρίς όμως να είναι συγκεκριμένο το πώς αυτό θα επιτευχθεί. Ο στόχος αυτός μοιάζει απλά με μια ευχή, καθώς το ΕΣΣ δεν εγγυάται την κατάργηση των ανισοτήτων προς όφελος των νέων γεωργών, την ενίσχυση των μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων, την τόνωση της συλλογικής οργάνωσης των παραγωγών και της ηλικιακής ανανέωσής τους, την ενίσχυση σημαντικών παραγωγικών κλάδων, όπως η κτηνοτροφία, τη στήριξη της γεωργικής δραστηριότητας στις ορεινές, μειονεκτικές και νησιωτικές περιοχές, την επένδυση στην αγροτική εκπαίδευση, τη μεταφορά γνώσης και την προώθηση της καινοτομίας, την ενδυνάμωση του επενδυτικού Πυλώνα ΙΙ και τον πράσινο και ψηφιακό εκσυγχρονισμό του πρωτογενή τομέα.
Πρόκειται, παράλληλα, για ένα Στρατηγικό Σχέδιο που δε μπορεί να αξιοποιήσει την αγροτική παράδοση, τη γεωγραφική θέση, τις εξαιρετικές εδαφοκλιματολογικές συνθήκες και την πλούσια βιοποικιλότητα της χώρας μας, την ύπαρξη σημαντικού και διεθνώς καταξιωμένου επιστημονικού και ερευνητικού δυναμικού, τη δεσπόζουσα θέση προϊόντων μας στις διεθνείς αγορές, ώστε να συμβάλλει στην αξιοπρεπή διαβίωση των παραγωγών και την προστασία των καταναλωτών, καθώς και στον σταδιακό μετασχηματισμό του γεωργικού παραγωγικού μοντέλου και των αγροτικών περιοχών και βέβαια στην αξιοποίηση των ανεκμετάλλευτων συγκριτικών δυνατοτήτων του ελληνικού αγροδιατροφικού τομέα.
Και όλα αυτά μέσα στο νέο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περιβάλλον, που διαμορφώνεται από τις συνέπειες της πανδημίας του κορονοϊού, του πολέμου στην Ουκρανία και της ενεργειακής κρίσης καθώς και των ανοδικών διεθνών τάσεων ζήτησης αγροτικών προϊόντων ποιότητας, ταυτότητας, υγιεινής και ασφάλειας. Την ίδια στιγμή που ο αγροτοκτηνοτροφικός τομέας της χώρας μας εμφανίζει μεγάλη συρρίκνωση της παραγωγής, λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής, η οποία πέρα από την τραγική μείωση του αγροτικού εισοδήματος οδηγεί σε μείωση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας της αγροτικής παραγωγής, επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου στα αγροτικά προϊόντα, αλλά και καθοδική πορεία της απασχόλησης στον κλάδο.
Με τη συνέχιση της ανερμάτιστης πολιτικής της κυβέρνησης κινδυνεύει για άλλη μια φορά η ευκαιρία αξιοποίησης των 19,3 δις ευρώ για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027 – που εξασφαλίστηκαν χάρη στην προσπάθεια της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από τον Μάρτιο του 2018 με την κατάλληλη επιστημονική τεκμηρίωση για τη μη υιοθέτηση της αρχικής πρότασης της Commission για την εξωτερική σύγκλιση των δικαιωμάτων – να πάει χαμένη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ως δύναμη πολιτικής αλλαγής, δεσμεύεται ότι θα αγωνιστεί για την υλοποίηση ενός πραγματικού Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου, με επίκεντρο τον αγρότη και την αξιοπρέπεια του προς όφελος της κοινωνίας και της εθνικής οικονομίας.