55 Βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ κατέθεσαν ερώτηση προς τον Υπουργό Υγείας, με πρωτοβουλία των Βουλευτών Ξανθού Ανδρέα και Γεροβασίλη Όλγας και συνυπογραφή της Ολυμπίας Τελιγιορίδου με θέμα: “Άμεση επιστροφή, με συστηματικό διαγνωστικό έλεγχο, όλων των υγειονομικών που είναι σε αναστολή εργασίας”.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης:
Αθήνα, 1 Φεβρουαρίου 2022
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τον Υπουργό Υγείας
Θέμα: “Άμεση επιστροφή, με συστηματικό διαγνωστικό έλεγχο, όλων των υγειονομικών που είναι σε αναστολή εργασίας”
Ο μαζικός εμβολιασμός σε συνθήκη πανδημίας συνιστά πράξη όχι μόνο ατομικής προστασίας αλλά και επιλογή κοινωνικής υπευθυνότητας και αλληλεγγύης. Ειδικά για τους υγειονομικούς και όσους φροντίζουν ευάλωτους ανθρώπους, αποτελεί ηθική και επαγγελματική υποχρέωση, συμβατή με τους δεοντολογικούς κανόνες της πρόληψης διασποράς μεταδιδόμενων νοσημάτων με κάθε πρόσφορο και επιστημονικά τεκμηριωμένο τρόπο. Και ο καθολικός εμβολιασμός κατά του SARS-CoV-2 της covid-19 είναι η πιο αποδεκτή και αποτελεσματική παρέμβαση πρωτογενούς πρόληψης και αναχαίτισης της πανδημικής κρίσης, σε παγκόσμιο επίπεδο. Πάντα σε συνδυασμό με όλα τα υπόλοιπα μέτρα προστασίας της Δημόσιας Υγείας, με την καλή επιδημιολογική επιτήρηση της πανδημίας και την ενδυνάμωση του ΕΣΥ.
Ωστόσο, είναι γνωστό ότι χιλιάδες εργαζόμενοι στο χώρο της Υγείας, εξακολουθούν να αρνούνται να εμβολιαστούν και, με βάση νομοθετική ρύθμιση της κυβέρνησης, παραμένουν σε αναστολή εργασίας από 1η Σεπτέμβρη του 2021 έως και 31 Μαρτίου 2022. Η κυβέρνηση δυστυχώς αγνόησε τις συστάσεις της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής (14/6/2021) για «κλιμακούμενη πρωτοβουλία της Πολιτείας», για εκστρατείες στοχευμένης ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για εκούσιο εμβολιασμό», για «μέτρα ενθάρρυνσης/ αποθάρρυνσης» και για «πρόβλεψη υποχρεωτικότητας» μόνο ως έσχατη λύση και πάντα με βάση το Εργατικό και Δημόσιο Δίκαιο. Χωρίς να αναλάβει το Υπουργείο Υγείας καμιά πρωτοβουλία ανοικτού επιστημονικού διαλόγου με το προσωπικό του ΕΣΥ, χωρίς να αξιοποιήσει τους εξειδικευμένους στις λοιμώξεις και τα εμβόλια επιστήμονες για να οργανώσει συζητήσεις στις δημόσιες δομές και να πείσει όσους εργαζόμενους διατύπωναν αμφιβολίες ή δίσταζαν να εμβολιαστούν, χωρίς να πάρει υπόψη τις καλές πρακτικές άλλων ευρωπαϊκών χωρών, η κυβέρνηση προχώρησε, με βάση τον εθισμό της στον αυταρχισμό και στην κουλτούρα της επιβολής, σε μια σκληρή, άδικη και μη αναλογική -με όρους Δημόσιας Υγείας- απόφαση, θέτοντας σε αναστολή εργασίας το ανεμβολίαστο προσωπικό του Ε.Σ.Υ. Καταδικάζοντας έτσι χιλιάδες εργαζόμενους σε οικονομική εξαθλίωση και στερώντας από τις δημόσιες δομές υγείας πολύτιμο και έμπειρο ανθρώπινο δυναμικό στην αιχμή του νέου επιδημικού κύματος.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 206 του ν. 4820/2021 ορίζεται ότι “Για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, εμβολιάζεται υποχρεωτικά κατά του κορωνοϊού COVID-19 όλο το προσωπικό των ιδιωτικών, δημόσιων και δημοτικών μονάδων φροντίδας ηλικιωμένων και φροντίδας ατόμων με αναπηρία (ιατρικό, παραϊατρικό, νοσηλευτικό, διοικητικό και υποστηρικτικό προσωπικό)” καθώς και “όλο το προσωπικό (ιατρικό, παραϊατρικό, νοσηλευτικό, διοικητικό και υποστηρικτικό) σε ιδιωτικές, δημόσιες και δημοτικές δομές υγείας (διαγνωστικά κέντρα, κέντρα αποκατάστασης, κλινικές, νοσοκομεία, δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, μονάδες νοσηλείας, Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας και Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας)”. Από την 1η Σεπτεμβρίου 2021 που τέθηκε σε ισχύ η διάταξη, περίπου 7000 εργαζόμενοι στο ΕΣΥ τέθηκαν σε αναστολή εργασίας, σε μια συγκυρία αυξημένων αναγκών στελέχωσης των δημόσιων δομών λόγω της εξελισσόμενης υγειονομικής κρίσης. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, μαζί με τις αποχωρήσεις λόγω συνταξιοδότησης, τις παραιτήσεις επικουρικών αλλά και μόνιμων γιατρών και την καραντίνα όσων νοσούν, να δίνει σήμερα το ΕΣΥ τη μάχη του 5ου επιδημικού κύματος με πολύ λιγότερες δυνάμεις από τις προηγούμενες φάσεις (λείπουν αθροιστικά πάνω από 10.000 εργαζόμενοι σε σχέση με πριν 1 χρόνο).
Είναι προφανές επίσης ότι , λόγω της μετάλλαξης «Όμικρον», το κυβερνητικό αφήγημα της «πανδημίας ανεμβολίαστων» έχει διαψευστεί πλήρως. Ήδη προσβάλλεται καθημερινά- με σαφώς πολύ μικρότερο κίνδυνο σοβαρής νόσησης, διασωλήνωσης και θανάτου- μεγάλος αριθμός εμβολιασμένου προσωπικού του ΕΣΥ. Παρότι δηλαδή έχει αποδειχθεί ότι σε μια φάση εκτεταμένης διασποράς του ιού στην κοινότητα, ο εμβολιασμός παρέχει μερική προστασία από τη μόλυνση άρα και τη μετάδοση σε τρίτους, η κυβέρνηση και το Υπουργείο Υγείας επιμένουν στη γραμμή της στοχοποίησης των ανεμβολίαστων υγειονομικών ως το μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας της χώρας. Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση, επειδή δεν έχει το πολιτικό θάρρος να αναγνωρίσει την τραγική αποτυχία της στη διαχείριση, εμμένει σε μια ακραία επιλογή τιμωρητικότητας και κοινωνικής αγριότητας, που δυναμιτίζει το εργασιακό κλίμα στο ΕΣΥ και υπονομεύει ακόμα περισσότερο τις αντοχές του.
Επειδή η συνθήκη της πανδημίας και η ανάγκη προστασίας της Δημόσιας Υγείας δεν μπορεί να αναιρεί το εξίσου θεμελιώδες και καθολικό δικαίωμα στην εργασία και στην αξιοπρεπή επιβίωση.
Επειδή σε ένα σύστημα υγείας που βιώνει μια σοβαρή κρίση στελέχωσης δεν υπάρχει το παραμικρό περιθώριο απώλειας ανθρώπινου δυναμικού και κάθε κενό είναι δυσαναπλήρωτο.
Επειδή για λόγους στοιχειωδώς εύρυθμης λειτουργίας του ΕΣΥ αυτή την περίοδο , είναι απολύτως επιβεβλημένη η άμεση επιστροφή των υγειονομικών που είναι σε αναστολή.
Επειδή η επιστροφή τους στο χώρο εργασίας μπορεί και πρέπει να γίνει με μέτρα ενισχυμένου διαγνωστικού ελέγχου και υγειονομικής ασφάλειας, για την προστασία τόσο των ίδιων όσο και των ασθενών.
Επειδή δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή -με οποιοδήποτε πρόσχημα- η βαρβαρότητα των μαζικών απολύσεων επικουρικού και μόνιμου προσωπικού από το ΕΣΥ, και μάλιστα εν μέσω υγειονομικής κρίσης
Ερωτάται ο αρμόδιος Υπουργός :
- Θα αναστείλει, επικαλούμενος το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον, την εφαρμογή του ν.4820/2021 και θα διασφαλίσει την άμεση επιστροφή όλου του προσωπικού του ΕΣΥ που είναι σε αναστολή εργασίας;
- Θα δεσμευτεί ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει σε οριστική απόλυση κανενός εργαζόμενου, μόνιμου ή συμβασιούχου, από τις δημόσιες δομές υγείας μετά τις 31/3/2022 ;
Ο ερωτώντες βουλευτές
Ξανθός Ανδρέας
Γεροβασίλη Όλγα
Αβραμάκης Ελευθέριος
Αγαθοπούλου Ειρήνη
Αλεξιάδης Τρύφων
Αναγνωστοπούλου Σία
Αυλωνίτης Αλέξανδρος-Χρήστος
Αχτσιόγλου Έφη
Βαγενά Άννα
Βαρδάκης Σωκράτης
Βαρεμένος Γιώργος
Βίτσας Δημήτρης
Γκαρά Αναστασία
Δρίτσας Θεόδωρος
Ελευθεριάδου Σουλτάνα
Ηγουμενίδης Νίκος
Θραψανιώτης Μανόλης
Καλαματιανός Διονύσης
Κασιμάτη Νίνα
Καφαντάρη Χαρά
Κόκκαλης Βασίλης
Λάππας Σπυρίδων
Μάλαμα Κυριακή
Μαμουλάκης Χάρης
Μάρκου Κώστας
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Μιχαηλίδης Ανδρέας
Μουζάλας Γιάννης
Μπαλάφας Ιωάννης
Μπάρκας Κώστας
Μωραϊτης Θάνος
Νοτοπούλου Κατερίνα
Ξενογιαννακοπούλου Μαριλίζα
Παπαδόπουλος Σάκης
Παπαηλιού Γεώργιος
Παπανάτσιου Αικατερίνη
Παππάς Νικόλαος
Πέρκα Θεοπίστη
Πούλου Παναγιού
Σαρακιώτης Ιωάννης
Σκούφα Μπέττυ
Σκουρολιάκος Πάνος
Συρμαλένιος Νίκος
Τελιγιορίδου Ολυμπία
Τζούφη Μερόπη
Τριανταφυλλίδης Αλέξανδρος
Τσίπρας Γεώργιος
Τόλκας Άγγελος
Φάμελλος Σωκράτης
Φίλης Νικόλαος
Φωτίου Θεανώ
Χαρίτσης Αλέξανδρος
Χατζηγιαννάκης Μίλτος
Χρηστίδου Ραλλία
Ψυχογιός Γιώργος